- ὑπεργεγηρακέναι
- ὑπεργεγηρᾱκέναι , ὑπέρ-γηράσκωgrow oldperf inf act (attic)ὑπεργεγηρᾱκέναι , ὑπέρ-γηράωgrow oldperf inf act (attic)ὑπεργεγηρᾱκέναι , ὑπέρ-γηράωgrow oldperf inf act (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.